Αστικη διαχυση

Κατανάλωση Γης & Αστική Διάχυση 

Α Εισαγωγή

Στην Ευρώπη η ανάπτυξη των οικιστικών περιοχών γινόταν με “συνεχές” τρόπο, αποτελούμενη παραδοσιακά από πυκνούς αστικούς πυρήνες που λειτουργούσαν με τις υποδομές της εποχής. Πριν από τριάντα χρόνια ήταν διακριτή η διαφορά πόλης και υπαίθρου.

Στις μέρες μας, με την ανάπτυξη των υποδομών και την εξέλιξη των μεταφορών, η πόλη αναπτύσσεται με “ασυνέχεια”. Σημαντικό ρόλο στην αστική διάχυση έπαιξε και το φαινόμενο της αστυφιλίας που έδωσε εκρηκτικές διαστάσεις σε ορισμένες πόλεις. Η διάρρηξη του ορίου της πόλης – υπαίθρου, δημιούργησε μια νέα κατηγορία χώρου που σήμερα ονομάζεται “περιαστικός χώρος”. Η συνεχής διόγκωση του περιαστικού χώρου, χωρίς την αντίστοιχη ανάπτυξη του αστικού, δημιούργησε οικιστικά κενά στο δομημένο χώρο και αστική εξάπλωση.

Με αυτά τα δεδομένα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε την υπέρμετρη κατανάλωση εδαφών που εμφανίζεται ως συνέπεια της ανάπτυξης. Πρέπει να διερευνήσουμε την αποτελεσματικότητα που έχουν τα σχέδια και οι πολιτικές στην ορθολογική κάλυψη του χώρου και να προωθήσουμε καλές πρακτικές συγκράτησης της αστικής διάχυσης1. Η κατανάλωση του χώρου είναι θέμα των κατοίκων και της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών.

Β OSDDT

Το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα2 OSDDT MED επιχειρεί να αντιμετωπίσει το φαινόμενο της κατανάλωσης γης στα ευρωπαϊκά κράτη προωθώντας δράσεις που στηρίζονται σε 3 βασικούς άξονες (συνιστώσες) :

  • Επικοινωνία & δημοσιοποίηση του φαινομένου

  • Χρήσεις γης, εφαρμογή εργαλείων παρακολούθησης & μέτρησης

  • Επιχειρησιακά εργαλεία σχεδιασμού του χώρου.

Στα πλαίσια αυτών υλοποιούνται δράσεις που αφορούν την καταγραφή των επιχειρησιακών εργαλείων σχεδιασμού του χώρου στα κράτη μέλη και την υιοθέτηση πολιτικών για την εξοικονόμηση εδαφών. Επίσης έχουν υπολογιστεί συντελεστές (δείκτες) που βοηθούν στην παρακολούθηση και την ποσοτική μέτρηση του φαινομένου σε επιλεγμένες περιοχές των εταίρων που συμμετέχουν. Ταυτόχρονα σε όλη τη διάρκεια του Προγράμματος υλοποιούνται δράσεις ευαισθητοποίησης του κοινού και των εμπλεκομένων φορέων που στοχεύουν στην δημιουργία μηχανισμών εξοικονόμησης εδαφών για τις επόμενες γενιές.

Γ  Εργαλεία σχεδιασμού στον Ελληνικό χώρο

Στο πλαίσιο του Προγράμματος3 πραγματοποιήθηκε καταγραφή των υφιστάμενων επιχειρησιακών εργαλείων σχεδιασμού, που προβλέπονται από την ελληνική νομοθεσία. Αντίστοιχη καταγραφή πραγματοποιήθηκε και από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες4 του προγράμματος. Με αυτό το τρόπο συγκρίνονται τα εργαλεία σχεδιασμού του χώρου ανάμεσα στα κράτη μέλη με σκοπό να συμβάλουν στην υιοθέτηση πολιτικών που κρίνονται αποτελεσματικές για την αντιμετώπιση της κατανάλωσης εδαφών και την οικιστική διάχυση.

Ειδικότερα για τον Ελληνικό χώρο έγινε αναλυτική καταγραφή των υφιστάμενων επιχειρησιακών εργαλείων που έχουν δημιουργηθεί από την κείμενη νομοθεσία και αφορούν στη ρύθμιση θεμάτων χωρικού σχεδιασμού. Πιο συγκεκριμένα έγινε καταγραφή και παρουσίαση των νόμων 2742/99, 2508/97 και 1337/83 όπως ισχύουν μέχρι σήμερα. Επίσης δημιουργήθηκαν “πινάκια καταγραφής μηχανισμών”5 (Fiches), ανάπτυξης και περιορισμού δόμησης που στη συνέχεια συγκρίθηκαν με τα αντίστοιχα των υπολοίπων εταίρων του Προγράμματος.

Δ Υπολογισμός των Δεικτών

Ο καθορισμός των δεικτών έγινε από το πανεπιστήμιο του Τορίνο (Ιταλίας) για τις ανάγκες του Προγράμματος. Ο υπολογισμός της κατανάλωσης εδάφους πραγματοποιήθηκε ανάμεσα σε δύο χρονικές περιόδους, το 1997 και το 2010 για 5 περιοχές της Κρήτης, που δέχονται έντονες οικιστικές και τουριστικές πιέσεις.

Οι περιοχές αυτές είναι :

  • ΔΚ6 Πλατανιά

  • ΔΚ Ρεθύμνης

  • Δήμος Μαλεβιζίου

  • ΔΚ Μοχού

  • ΔΚ Κριτσάς

Τα αποτελέσματα των μετρήσεων αναλύονται παρακάτω.7 Για αυτές τις περιοχές τις προκαθορισμένες χρονικές στιγμές έγινε ανάλυση της αστικής διάχυσης, όπως φαίνεται παρακάτω και σε χάρτες του παραρτήματος.

ΔΚ Πλατανιά

Σε απόλυτες τιμές η περιοχή καταγράφει σχεδόν τη μικρότερη κατανάλωση εδάφους (18 Ha) μεταξύ 1997-2010, ενώ σταθμιζόμενη με την επιφάνεια αναφοράς η κατανάλωση αυτή γίνεται η σημαντικότερη. Πρόκειται για περιοχή με μεγάλες πιέσεις δόμησης όπου η προσφορά γης είναι μικρή συγκρινόμενη με τη ζήτηση και η κατανάλωση εδάφους ανά κάτοικο είναι η υψηλότερη. Το σύνολο της νέας δόμησης παρατηρείται στον παράκτιο χώρο σε υψόμετρο κάτω των 100μ.

ΔΚ Ρεθύμνου

Έχει σε απόλυτες τιμές τη μεγαλύτερη κατανάλωση εδάφους (106 Ha) αλλά όχι και τη σημαντικότερη σε σχέση με την αρχικά δομημένη επιφάνεια. Η νέα δόμηση καταναλώνει τη μεγαλύτερη αγροτική έκταση από όλες τις περιοχές, ενώ η κατά κεφαλήν κατανάλωση είναι η μικρότερη. Πρόκειται για μεγάλο αστικό κέντρο 29.000 κατοίκων περίπου με τον υψηλότερο κατακερματισμό και μεγάλο βαθμό συνεκτικότητας. Θα λέγαμε ότι η κατανάλωση εδάφους λαμβάνει τη μορφή αστικής εξάπλωσης, δηλαδή οι νεοκαταναλισκώμενες εδαφικές επιφάνειες είναι σε συνέχεια με τον ήδη δομημένο ιστό, και λιγότερο αστικής διάχυσης.

Δ Μαλεβιζίου

Η περιοχή χαρακτηρίζεται από μεγάλη κατανάλωση εδάφους (101 Ha) τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και σε σημαντικότητα. . Υπευνθυμίζεται ότι ο Δήμος Μαλεβιζίου εμφανίζει το μεγαλύτερο ρυθμό δημογραφικής ανάπτυξης. Η ανάλυση των δεικτών αποκαλύπτει τη μεγαλύτερη αστική διάχυση μεταξύ των πέντε χωρικών ενοτήτων, ενώ παρατηρείται και αρκετά σημαντικός κατακερματισμός.Τέλος, η κατανάλωση του εδάφους είναι ανάλογη της κλίσης του αναγλύφου της περιοχής.

ΔΚ Μοχού

Στη Δημοτική κοινότητα Μοχού καταγράφεται η μικρότερη κατανάλωση εδάφους τόσο σε απόλυτες τιμές που υπολογίζεται στα 9 Ha, όσο και σε σημαντικότητα αναφορικά με την επιφάνεια της ενότητας. Η ανάλυση των δεικτών δεν αποκαλύπτει υψηλό βαθμό διάχυσης, αλλά αντίθετα μεγάλη συνεκτικότητα των οικιστικών τμημάτων. Τέλος, ο μικρός κατακερματισμός συνεπάγεται την ύπαρξη μικρών αστικών πυρήνων στην πεδινή παράκτια ζώνη όσο και σε υψόμετρο 200-400μ.

ΔΚ Κριτσάς

Η Δημοτική κοινότητα Κριτσάς παρουσιάζει σημαντικότερη κατανάλωση από ό,τι η προηγούμενη περιοχή με την οποία έχει παραπλήσια χαρακτηριστικά (ορεινό τμήμα με μικρούς οικισμούς). Η μέση ετήσια κατανάλωση είναι σχεδόν η υψηλότερη. Ο κατακερματισμός είναι ο χαμηλότερος, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει υψηλή διάχυση και πολύ υψηλή συνεκτικότητα.

Από μια βασική ανάλυση των δεικτών, παρατηρούνται παράμετροι όπως το οδικό δίκτυο και ο οικιστικός κατακερματισμός που συμβάλλουν σημαντικά στην κατανάλωση γης κυρίως στον περαστικό χώρο. Αρχικά θα πρέπει να επισημανθεί η ανομοιομορφία του δείγματος που αποτελείται από 3 δημοτικές ενότητες, ένα ολόκληρο δήμο και ένα αστικό κέντρο με έντονα χαρακτηριστικά παράκτιου χώρου. Σε κάθε περίπτωση από τον υπολογισμό των δεικτών προκύπτουν σημαντικά αποτελέσματα.

Η ποσοστιαία εκμετάλλευση εδάφους (Cx) στις εξεταζόμενες περιόδους ακολουθεί τον ίδιο κανόνα σειράς (Rank) και στις δύο χρονικές περιόδους .

Η ΔΕ Ρεθύμνου εμφανίζει, σε σχέση με τις άλλες περιοχές, το μεγαλύτερο ποσοστό εκμετάλλευσης εδάφους τόσο για το 1997 (15%) όσο και για το 2010 (19%), καθώς πρόκειται για συμπαγή αστική περιοχή (είναι η τρίτη μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη της Κρήτης μετά το Ηράκλειο και τα Χανιά). Ακολουθεί το ΔΕ Πλατανιά με αντίστοιχο ποσοστό εκμετάλλευσης εδάφους 6% και 10% το 1997 και το 2010 αντίστοιχα, γεγονός που οφείλεται στο εκτενές αστικοποιημένο παράκτιο τμήμα της ΔΕ. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ΔΕ Κριτσάς όπου το δομημένο περιβάλλον αντιστοιχεί στο 1% περίπου της συνολικής της έκτασης και για τα δύο έτη αναφοράς.

Ο δείκτης (Ι) εκφράζει την κατανάλωση εδάφους μεταξύ δύο χρονικών στιγμών (1997, 2010) σε σχέση με το ήδη δομημένο περιβάλλον. Στη ΔΕ Πλατανιά (35) καταγράφεται μεγαλύτερη τιμή, ακολουθεί η ΔΕ Κριτσάς (31) και η ΔΕ Ρεθύμνου (20), ενώ στη συνέχεια βρίσκεται ο Δ Μαλεβιζίου (15) και η ΔΕ Μοχού (11). Παρατηρούμε ότι αν και η κατανάλωση του εδάφους σε Ha είναι μεγαλύτερη για τη ΔΕ Ρεθύμνου (106 Ha) σε σχέση με εκείνη της ΔΕ Πλατανιά (18 Ha), είναι λιγότερο σημαντική αν συγκριθεί με την έκταση της αρχικής δομημένης επιφάνειας. Έτσι, ενώ η ποσοστιαία διαφορά μεταξύ C1 και C2 για τις δύο αυτές περιοχές είναι περίπου η ίδια (4%), ο δείκτης Ι είναι μεγαλύτερος κατά πολύ (15 μονάδες) για τον Πλατανιά από ό,τι για το Ρέθυμνο. Το γεγονός αυτό δηλώνει ότι η διόγκωση της περιοχής του Πλατανιά είναι μεγαλύτερη από εκείνη του Ρεθύμνου, αν και σε απόλυτες τιμές το Ρέθυμνο εμφανίζεται να καταναλώνει περισσότερο αδόμητο χώρο.

Συνοπτικά μεγάλη ένταση κατανάλωσης εδάφους καταγράφεται σε μικρές δημοτικές ενότητες κυρίως λόγω μεγέθους8, και σε μεγάλα οικιστικά κέντρα όπως είναι το Ρέθυμνο.

Ο δείκτης (Τi) εκφράζει την κατανάλωση κατά μέσο όρο ανά έτος. Ετησίως η κατανάλωση εδάφους αυξάνεται κατά 4% στον Πλατανιά, κατά 3,5% στην Κριτσά, 2% στο Ρέθυμνο, 1% στο Μαλεβίζι και λιγότερο από 1% στο Μοχό. Τα αποτελέσματα του δείκτη σε ό,τι αφορά τη σειρά στις περιοχές συμπίπτουν με εκείνα του προηγούμενου. Με την έννοια αυτή ο δείκτης Ti αποτυπώνει τις οικιστικές πιέσεις στις πέντε περιοχές.

Εξετάζοντας τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των εξεταζόμενων διαπιστώνεται ότι στο μεγαλύτερο ποσοστό βρίσκονται σε πεδινές περιοχές με μικρές κλίσεις και πυκνό οδικό δίκτυο. Οι κλίσεις του εδάφους όπως είναι γνωστό διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξάπλωση και στη διάχυση μιας αστικοποιημένης ενότητας. Το σημαντικότερο ίσως χαρακτηριστικό του αναγλύφου είναι ο φραγμός οικιστικής ανάπτυξης που ορίζεται από τη μορφολογία του εδάφους. Κατά συνέπεια η δόμηση έχει όρια στα φυσικά χαρακτηριστικά του χώρου και όχι στα διοικητικά όρια της δημοτικής ενότητας.

Στις περισσότερες εξεταζόμενες περιοχές η οικιστική ανάπτυξη πραγματοποιείται σε κλίσεις μέχρι 10%, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις που η εξάπλωση αναπτύσσεται και σε κλίσεις από 10-30%. Το βασικό χαρακτηριστικό και στις δύο περιπτώσεις είναι η εγγύτητα του οδικού δικτύου πρόσβασης. Από τις περιοχές μελέτης καταγράφονται διαφορετικές δυναμικές ανάπτυξης, που οφείλονται στο μέγεθος και τα δομικά χαρακτηριστικά των περιοχών που εξετάζονται.

Πολύ μικρή κατανάλωση γόνιμου εδάφους (Csf)9 αποτυπώνεται σε περιοχές με έντονο ανάγλυφο εδάφους ή μεγάλη υψομετρική διαβάθμιση, με εξαίρεση το Δημοτική κοινότητα Ρεθύμνου που παρουσιάζονται έντονες πιέσεις για δόμηση.

Συνεχίζοντας την ανάλυση Συνεχίζοντας την α των δεδομένων που προέκυψαν από το υπολογισμό των δεικτών, επισημαίνεται η διαφορά της “κατανάλωσης γης” και της “διάχυσης”, καθώς από τους δείκτες προκύπτει ότι πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά μεγέθη, που επιχειρούν να μετρήσουν την αστική ανάπτυξη. Πιο συγκεκριμένα, σε μια οικιστική περιοχή μπορεί να καταγράφεται μεγάλο ποσοστό κατανάλωσης γης με ταυτόχρονο μικρό ποσοστό διάχυσης και το αντίστροφο.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αντίθεσης αυτής είναι το Ρέθυμνο και το Μαλεβίζι. Η ποσοστιαία (Cx) κατανάλωση εδάφους που καταγράφεται στην οικιστική ενότητα Ρεθύμνου είναι η μεγαλύτερη από όλες τις υπόλοιπες, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει σχεδόν την μικρότερη διάχυση. Από την άλλη πλευρά ο Δήμος 10Μαλεβιζίου ενώ παρουσιάζει πολύ μικρά ποσοστά κατανάλωσης γης, έχει το μεγαλύτερο ποσοστό διάχυσης (sprawl).Οι δυο ενότητες έχουν ανάλογα πληθυσμιακά μεγέθη. Επίσης και στις υπόλοιπες περιοχές αποτυπώνονται ανάλογα αποτελέσματα.Από τα παραπάνω προκύπτει ότι δεν υπάρχει σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση γης και την διάχυση.

Στη συνέχεια επιχειρήθηκε ο υπολογισμός σύνθετων δεικτών που υπολογίζονται με βάση τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της οικιστικής ανάπτυξης, όπως σχήμα (IL) οικιστικής δομής, μέγεθος γραμμικών στοιχείων ανάπτυξης (IFI) και κατακερματισμός δόμησης (UFI). Οι δείκτες αυτοί παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς αποκαλύπτουν τα ιδιαίτερα δομικά (σχηματικά) χαρακτηριστικά της ανάπτυξης ενός δομημένου συνόλου.

Ολοκληρωμένος Υπολογισμός Δεικτών

Για να αποκτήσουμε μια ολοκληρωμένη αντίληψη του φαινομένου της αστικής διάχυσης, θεωρείται αναγκαίος ο υπολογισμός συντελεστών συσχέτισης (correlation coefficient) μεταξύ των δεικτών, ώστε να διερευνηθεί η ικανότητα να δώσουν ουσιαστικότερες πληροφορίες για το είδος της ανάπτυξης.

Από την υπολογισμό των συντελεστών συσχέτισης προκύπτουν ανάλογα αποτελέσματα, με αυτά που περιγράφονται παραπάνω. Πιο συγκεκριμένα, από τα δεδομένα των εξεταζόμενων περιοχών, προκύπτει ότι η κατανάλωση γόνιμου εδάφους (Csf) έχει άμεση σχέση με την κατανάλωση. Επίσης η ένταση κατανάλωσης (I) εμφανίζει να έχει άμεση σχέση με τον ετήσιο ρυθμό αύξησης κατανάλωσης (TI), ενώ επηρεάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τον δείκτη προστασίας περιβάλλοντος (Ipa) που αποτυπώνει την κατανάλωση εδαφών σε προστατευόμενες περιοχές.

Σημαντική συσχέτιση με την κατανάλωση γης καταγράφουν οι δείκτες οικιστικού κατακερματισμού (UFI) και κατακερματισμού υποδομών (IFI), με τον δεύτερο να παρουσιάζει συσχέτιση και στις δύο χρονικές περιόδους αναφοράς.

Τέλος ο δείκτης οικιστικής διάχυσης Csl (sprawl), δεν καταγράφει σημαντική σχέση με τους υπόλοιπους, ενώ αποτυπώνεται μια τάση αρνητικής συσχέτισης, αποτέλεσμα που αποτυπώθηκε και στην ανάλυση των βασικών δεικτών του προγράμματος.

Με τα παραπάνω δεδομένα κρίνεται σκόπιμη η συσχέτιση του συντελεστή (Csl sprawl) και με άλλα πρωτογενή δεδομένα της ανάλυσης προκειμένου να διερευνηθούν οι ιδιότητες του.

Με βάση τα στοιχεία που προκύπτουν από τους δύο πίνακες, η αστική διάχυση έχει σημαντικούς δεσμούς εξάρτησης με το οδικό δίκτυο και γενικότερα τις υποδομές, ενώ το ποσοστό διάχυσης είναι αντιστρόφως ανάλογο με την πυκνότητα του οδικού δικτύου.

Αποτελεσματικότητα επιχειρησιακών εργαλείων

Η αποτελεσματικότητα των επιχειρησιακών εργαλείων σχεδιασμού (ΣΧΟΟΑΠ/ΓΠΣ) αναφέρεται στην ικανότητα που έχει ένα σχέδιο να ρυθμίσει το χώρο σύμφωνα με τους στόχους και τις πολιτικές11 που έχουν επιλεγεί. Στην τελική φάση του προγράμματος γίνεται μια προσπάθεια αποτύπωσης της αποτελεσματικότητας που έχουν τα σχέδια (ΣΧΟΟΑΠ/ΓΠΣ) και οι ρυθμίσεις που εισάγουν, ώστε να διερευνηθεί κατά πόσο μπορούν να περιορίσουν την κατανάλωση γης κυρίως στον εξωαστικό χώρο.

Για τις ανάγκες του προγράμματος πραγματοποιήθηκε έλεγχος αποτελεσματικότητας για την περιοχή του Κρουσσώνα που ρυθμίζεται από με το 120/ΑΑΠ/2010. Η συγκεκριμένη περιοχή ρυθμιζόταν και παλαιότερα από Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο που θεσμοθετήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του 1337/1983.

Ε Δημόσια διαβούλευση

Στα πλαίσια της δημοσιοποίησης του Προγράμματος, οργανώνονται “στρογγυλά τραπέζια”12, με την συμμετοχή δημοσίων φορέων, όπου συζητούνται οι αιτίες που προκαλούν το φαινόμενο της κατανάλωση γης καθώς και πιθανές ενέργειες αντιμετώπισης τους.

Ειδικότερα στόχος των συναντήσεων ήταν:

  • Η συνειδητοποίηση από τους φορείς του ζητήματος της κατανάλωσης των εδαφών με δεδομένες τις μεγάλες οικιστικές και τουριστικές πιέσεις στην Κρήτη, θέτοντας σε κίνδυνο το περιβάλλον από την ανεξέλεγκτη οικοδόμηση κυρίως στον παράκτιο χώρο.
  • Η ενημέρωση και ουσιαστική συμμετοχή των φορέων στη διαδικασία εντοπισμού των επιχειρησιακών εργαλείων σχετικά με τις τεχνικές παρακολούθησης και μέτρησης των χρήσεων γης, καθώς και στη φάση των επιχειρούμενων δοκιμών των δεικτών (testing), με στόχο την εναρμόνιση των λαμβανόμενων εδαφικών πολιτικών σε θέματα χρήσεων γης και προστασίας του περιβάλλοντος με το περιεχόμενο του Προγράμματος OSDDT-Med.
  • Η διάχυση της πληροφορίας για τις λαμβανόμενες αποφάσεις σε ιδιώτες μελετητές, σωματεία, περιβαλλοντικές οργανώσεις, επενδυτές με στόχο τη βέλτιστη αποτελεσματικότητα και κεφαλαιοποίηση του Προγράμματος OSDDT-Med.

Προκειμένου να αποτυπωθεί η γνώμη των συμμετεχόντων φορέων στην προσπάθεια αναζήτησης των αιτιών που προκαλούν το φαινόμενο της αστικής εξάπλωσης/διάχυσης μέσω της διαδικασίας της κατανάλωσης εδάφους στην Ελλάδα και τις μελετούμενες περιοχές, δημιουργήθηκε από την ομάδα μελέτης ερωτηματολόγιο (βλ. Παράρτημα). Η άποψη των φορέων και των τεχνικών για την κατανάλωση των εδαφών απετέλεσε σημαντικό στοιχείο τόσο στην κατανόηση του φαινομένου και στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή του στη συνέχεια, όσο και ως μεθοδολογικό εργαλείο στην προσπάθεια επικοινωνίας του Προγράμματος.

Το ερωτηματολόγιο περιελάμβανε δύο σετ ερωτήσεων κλειστού τύπου, εκ των οποίων το πρώτο επιδέχονταν απάντηση ναι/ίσως ναι/όχι/ίσως όχι/δε γνωρίζω, ενώ το δεύτερο αποτελούνταν από τέσσερις ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής με ιεράρχηση των απαντήσεων. Συμπληρώθηκαν συνολικά 15 ερωτηματολόγια, εκ των οποίων τα επτά από μηχανικούς και στελέχη της δημόσιας διοίκησης και τα υπόλοιπα οχτώ από νεότερους μηχανικούς κυρίως πολεοδόμους/χωροτάκτες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ως μέθοδος κατασκευής του ερωτηματολογίου ήταν η μέθοδος DPSIR (Driving forces/ Pressures/ State/ Impacts/ Responses), η οποία χρησιμοποιείται ευρέως ως πλαίσιο ανάλυσης των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των στοιχείων ενός φαινομένου, καθώς καταγράφονται οι γενεσιουργές αιτίες, οι πιέσεις, οι επιπτώσεις και οι τρόποι αντιμετώπισής του.

Τα αποτελέσματα των ερωτηματολογίων είναι ενδιαφέροντα και ταυτίζονται σε αρκετές περιπτώσεις με εκείνα από την ανάλυση των δεικτών και των συσχετίσεων.

Πιο συγκεκριμένα, ως βασικές αιτίες κατανάλωσης εδάφους στον περιαστικό και εξωαστικό χώρο καταδεικνύεται το νομοθετικό πλαίσιο και κυρίως η επιτρεπόμενη δόμηση στις εκτός σχεδίου περιοχές, καθώς επίσης και οι χαμηλές αξίες γης στον περιαστικό χώρο ενθαρρύνοντας τη δόμηση. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, δηλαδή η λογική της κατασκευής σε γήπεδο που αποτελεί ιδιοκτησία και πληρεί τις προϋποθέσεις οικοπέδου, αλλά και η πληθυσμιακή αύξηση εμφανίζονται ως αιτίες αλλά χαμηλότερης βαρύτητας.

Τα αίτια που αναφέρθηκαν υποβοηθούνται από την αυξημένη χρήση του αυτοκινήτου και την επέκταση/ανάπτυξη του οδικού δικτύου στον εξωαστικό χώρο, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τις συσχετίσεις μεταξύ των δεικτών. Το οδικό δίκτυο χρησιμοποιείται όχι μόνο ως υποδομή για τη σύνδεση περιοχών της διάχυσης/εξάπλωσης, αλλά μπορεί να αποτελέσει πυρήνα ανάπτυξης, δηλαδή να προκαλέσει το ίδιο το δίκτυο τη διάχυση/εξάπλωση. Αυτό συνδέεται άμεσα με το γεγονός ότι στην ελληνική νομοθεσία για τις εκτός σχεδίου περιοχές η αρτιότητα ενός οικοπέδου περιλαμβάνει όχι μόνο το «ελάχιστον εμβαδόν γηπέδου (4000τμ)» αλλά και «πρόσωπο σε διεθνείς, εθνικές, επαρχιακές, δημοτικές και κοινοτικές οδούς καθώς και σε εγκαταλειμμένα τμήματά τους και σε σιδηροδρομικές γραμμές». Σύμφωνα με τη νομοθεσία σε περιπτώσεις παρεκκλίσεων στον εκτός σχεδίου χώρο άρτιο και οικοδομήσιμο μπορεί να θεωρηθεί γήπεδο ακόμη και με ελάχιστο πρόσωπο 10μ.

Συνεχίζοντας την ανάλυση των ερωτηματολογίων, ως σημαντικότερη επίπτωση της αστικής διάχυσης/εξάπλωσης αναδεικνύεται η περιβαλλοντική υποβάθμιση με την έννοια της κατανάλωσης εδάφους που προγενέστερα ήταν αγροτικά ή παρθένα, δηλαδή αδόμητα. Μικρότερης σημαντικότητας επιπτώσεις αποτελούν η αυθαίρετη δόμηση, οι χαμηλές πυκνότητες και η ύπαρξη αδόμητων χώρων στον υπάρχοντα αστικό ιστό.

Τέλος, ως τρόποι αντιμετώπισης της διάχυσης/εξάπλωσης προτείνονται η κατάργηση των παρεκκλίσεων της εκτός σχεδίου δόμησης με τα αναμενόμενα αποτελέσματα περιορισμού της δόμησης και η εφαρμογή Σχεδίων Χρήσεων Γης στα οποία θα ρυθμίζονται/οργανώνονται/ελέγχονται οι δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στις εκάστοτε περιοχές. Παρεμβάσεις μικρότερης σημαντικότητας καταδεικνύονται ο ορισμός ζωνών ΠΕΠΔ (Περιοχές Ελέγχου και Περιορισμού της Δόμησης) και ΠΕΡΠΟ (Περιοχές Ειδικά Ρυθμιζόμενης Πολεοδόμησης), καθώς και η συμπαγής δόμηση με υψηλούς συντελεστές.


1“αστική διάχυση” θεωρείται η διακεκομμένη δόμηση του περιαστικού και εξωαστικού χώρου. Επίσης “αστική εξάπλωση” θεωρείται η συνεχόμενη δόμηση του περιαστικού χώρου.

2Το πρόγραμμα έχει ξεκίνησε το 2010 και θα ολοκληρωθεί το 2013, υλοποιείται από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Κρήτης & το Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης Κρήτης και συγχρηματοδοτείται από ευρωπαϊκούς πόρους.

3Οι δράσεις της συνιστώσας 4 – “Επιχειρησιακά εργαλεία σχεδιασμού του χώρου” ολοκληρώθηκε τον 10/2012

4Torino & Terni Ιταλίας, Herault Γαλλίας, Murchia Ισπανίας, Pembroke Μάλτας.

5Επισυνάπτονται στο παράρτημα αυτής της παρουσίασης.

6Δημοτική κοινότητα (Καλλικράτης) ή Δημοτικό διαμέρισμα Καποδιστριακού Δήμου

7Επίσης στο παράρτημα υπάρχουν αναλυτικές τεχνικές πληροφορίες για την καταγραφή των δεδομένων.

8δημοτικές ενότητες με πληθυσμό 1000 -2500 κατοίκων με έντονες τουριστικές πιέσεις

9Σύμφωνα με το Corine Land Cover

10Καλλικρατικός Δήμος

11Πολεοδομικές πολιτικές

12Στα πλαίσια της Συνιστώσας 1 “Επικοινωνία- Δημοσιοποίηση” του Προγράμματος OSDDT-MED πραγματοποιήθηκαν δύο στρογγυλά τραπέζια με τη συμμετοχή των δημόσιων φορέων στις 2 Μαίου και στις 2 Αυγούστου 2012 σε αίθουσα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης (Ηράκλειο)

Χάρτες :

rethimnoplataniasmoxosmalevizi3malevizi2malevizi1kritsa2krista1.

Leave a comment